Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

''Τέλος της εργασίας'' ή της σχετικής περιώνυμης θεωρίας;

Ένας φίλος ρώτησε, μήπως είναι πολυτέλεια σε στιγμές κοινωνικής καταβύθισης αλλά και αναταραχής, το ΝΑΡ να κάθεται να συζητάει μπροστά στο τρίτο συνέδριο του, ‘’για το υποκείμενο της αντικαπιταλιστικής πάλης και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης στη νέα εποχή’’. Η χειρότερη απάντηση είναι ‘’πώς όλα μπορούν και πρέπει να συνδυαστούν’’. Σα να λέμε, ‘’τι να κάνουμε, θα τον σηκώσουμε και αυτό το σταυρό’’.

Γνώμη μας είναι πως η συζήτηση για το κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο, είναι αναγκαίο και ζωτικό συστατικό του κοινωνικού αγώνα για την επιβίωση και το ποιοτικό άλμα προς μια άλλη κοινωνία ισότητας, αλληλεγγύης, αξιοπρέπειας, κοινωνικής δικαιοσύνης, απελευθέρωσης, χειραφέτησης.
Στη δική μας αντίληψη, το ερώτημα του ‘’κόμματος’’ δεν αφορά τους μυημένους και ‘’δοσμένους’’ επαναστάτες. Εμείς συνδέουμε το κόμμα με το σκοπό του επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού και τις κοινωνικές δυνάμεις, που έχουν συμφέρον από αυτόν και μπορούν να τον πραγματώσουν. Καμία κοινωνική και πολιτική μάχη δεν κερδήθηκε ποτέ απλά με μεγάλους αριθμούς και μπουλούκια. Ούτε με τυφλές –έστω και ηρωικές- εξεγέρσεις.

Η μετατροπή της διάχυτης κοινωνικής δυσαρέσκειας σε δρών πολιτικό υποκείμενο ανατροπής, απαιτεί την αυτο-συνείδηση αυτών που μάχονται. Την ‘’μετατροπή’’ τους από άμορφη μάζα αγωνιζόμενων ατόμων διαφορετικών προσανατολισμών, σε συλλογικό υποκείμενο, συγκεκριμένης (όσο γίνεται) στόχευσης, αλλά και ορισμένης με σαφήνεια πολιτικής στρατηγικής.



Γνωρίζουμε πως τίποτα δεν μπορεί να καταργήσει την πολυμορφία των αγωνιζόμενων δυνάμεων, ούτε την πολυτυπία και πολυμορφία στην εξέλιξη της ταξικής διαπάλης και ειδικά των κοινωνικών επαναστάσεων. Η πολιτική όμως είναι ‘’σκληρή’’ και έχει τους ‘’νόμους’’ της: Όταν αποφεύγει κανείς να ορίσει την συγκέντρωση πυρός του, τις επίλεκτες δυνάμεις του, τα κύρια όπλα του, τη βασική στρατηγική του στόχευση και την τακτική του, δε σώζεται με την επίκληση του τυχαίου και του απρόσμενου. Ίσως θα πρέπει να τελειώνουμε με τη σχηματική μεταφορά των στρατιωτικών όρων στην πολιτική πάλη. Ωστόσο, όχι μόνο δεν ανατρέπεται η αδήριτη ανάγκη αυτών των ερωτημάτων, αλλά αντίθετα, στο πιο ρευστό και απειθάρχητο πεδίο της κοινωνικής πάλης, η ανάγκη της ‘’συγκέντρωσης’’ δυνάμεων, είναι ακόμη πιο επιτακτική και κρίσιμη.

Θεωρούμε πως η σύγχρονη εργατική τάξη, καταχτώντας την ηγεμονία της σε μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία καταπιεζόμενων στρωμάτων, αποτελεί το κοινωνικό και εν δυνάμει πολιτικό υποκείμενο (μέσω των πρωτοπόρων τμημάτων της και της μετατροπής της ίδιας από τάξη καθ’ εαυτήν σε τάξη για τον εαυτό της) της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, αλλά και της επανάστασης με στόχο τον κομμουνιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Άραγε, αυτό αποτελεί κάποιο ηθικό ή πολιτικό πρόταγμα ή εδράζεται και σε μια ζυγισμένη, μελετημένη αντικειμενική πραγματικότητα;

Πρώτα πρώτα, η εργατική τάξη, ενεργή οικονομικά ή άνεργη, στην πόλη ή στην ύπαιθρο, έχει αντικειμενικό συμφέρον, αλλά και τη δύναμη να ανατρέψει την επιδρομή του κεφαλαίου. Να επιβάλει μια άλλη κοινωνική πορεία χειραφέτησης στη βάση της συλλογικής ιδιοκτησίας και της κοινωνικής ιδιοποίησης του παραγόμενου πλούτου και πολιτισμού.

Αποτελεί τη βασική παραγωγική δύναμη της σημερινής κοινωνίας. Παράγει τον κοινωνικό (υλικό και πνευματικό) πλούτο των σημερινών κοινωνιών. Συνδέεται άμεσα με τη θεμελιακή αντίθεση του καπιταλισμού ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής του κοινωνικού πλούτου και στον ατομικό χαρακτήρα της ιδιοποίησής του. Συνδέεται άμεσα με τη θεμελιακή αντίθεση του καπιταλισμού ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής του κοινωνικού πλούτου και στον ατομικό χαρακτήρα της ιδιοποίησής του. Αντίθεση που σήμερα όχι μόνο παραμένει στο κέντρο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, αλλά και οξύνεται με πρωτόγνωρο τρόπο.

Η εργατική τάξη γίνεται για πρώτη φορά πλειοψηφική σε πλανητική κλίμακα. Σε παγκόσμιο επίπεδο, ισοδυναμεί ήδη με τον παγκόσμιο πληθυσμό της δεκαετίας του '50. Στην Ελλάδα η εργατική τάξη εμφανίζει μια σταθερή τάση ποσοτικής ανάπτυξης. Από 42,7% το 1971 φτάνει ήδη το 55-60% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού.

Συχνά λέγεται ‘’πως τα φουγάρα έσβησαν, άρα και το προλεταριάτο πέθανε’’. Και μαζί του φυσικά-εύχονται πολλοί- θα έρθει και ο θάνατος (αν δεν ήρθε), της κομμουνιστικής αριστεράς.

Έσβησαν λοιπόν τα φουγάρα; Υπάρχει μια ισχυρή τάση στον παγκόσμιο καπιταλισμό για μετακίνηση παραδοσιακών βιομηχανικών μονάδων ή και ολόκληρων κλάδων που απασχολούσαν χειρωνακτικά εργαζόμενη εργατική τάξη από τη Δ. Ευρώπη και Β. Αμερική προς την Ασία. Τα φουγάρα λοιπόν δεν εξαφανίστηκαν, αλλά σε σημαντικό βαθμό μετακόμισαν. Το προλεταριάτο, όχι μόνο δεν εξαφανίστηκε, αλλά η ανάπτυξη της νέας βιομηχανικής εργατικής τάξης στις αναπτυσσόμενες χώρες κατά τις προηγούμενες δεκαετίες άλλαξε αποφασιστικά την παγκόσμια ταξική σύνθεση.

Αλλά και στον ‘’παλιό’’ δυτικό καπιταλιστικό κόσμο, η εργατική τάξη δεν εξαφανίζεται, ούτε και η βιομηχανία. Αντίθετα, η βιομηχανοποίηση νέων κλάδων όπως αυτοί του εμπορίου, της παιδείας, της υγείας, της εφοδιαστικής αλυσίδας, της έρευνας, των επικοινωνιών, της ενημέρωσης, και από την άλλη η εξάπλωση της μισθωτής σχέσης σε επαγγέλματα όπως οι τεχνικοί, οι δικηγόροι κ.λπ., δημιουργεί μια σύγχρονη εργατική τάξη και μια νέα γεωγραφία καπιταλιστικής δραστηριότητας. Αλλά και οι παραδοσιακοί βιομηχανικοί κλάδοι-τεχνολογικά εξελιγμένοι και με λιγότερους εργαζόμενους- κάθε άλλο παρά εξέλειπαν στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες

Είναι σημαντικό να συνυπολογίσουμε τις δύο αυτές τάσεις και να δούμε τον καπιταλισμό ως ένα σύστημα όλο και πιο παγκοσμιοποιημένο, χωρίς να είναι ενιαίο ή να μη μαστίζεται από αντιθέσεις. Να αντιληφθούμε την λειτουργία των ‘’νόμων’’ του σε πλανητική κλίμακα. Να φανταστούμε τις δυνατότητες της κοινωνικής επανάστασης και απελευθέρωσης με διεθνιστικό και παγκόσμιο ορίζοντα και να επιστρέψουμε στο εθνικό πεδίο, όπου και να αναζητήσουμε τη συμβολή μας.

Οι θεωρίες περί ‘’τέλους της εργασίας’’, είναι ταξικά και ιδεολογικά στρατευμένες στα συμφέροντα του κεφαλαίου. Κανείς υπολογιστής και καμία μηχανή δεν γεννάει προϊόντα, χωρίς την άμεση ή ενσωματωμένη σε αυτά εργασία των εργαζομένων. Ούτε θα κάνουμε τη χάρη να μην θεωρήσουμε τους ανέργους που δημιουργεί η παράλογη ‘’ανάπτυξη με ανεργία’’ του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, ως τμήματα της εργατικής τάξης. Η αριστερά οφείλει να αναδείξει το ζήτημα της ανεργίας και των απολύσεων σε βασικό μέτωπο της πάλης του εργατικού κινήματος και να δει έμπρακτα τη δημιουργία σχετικά αυτοτελούς κινήματος κατά της ανεργίας και της επισφαλούς απασχόλησης.

Η σύγχρονη εργατική τάξη, πέρα από την αριθμητική ανάπτυξή της, αποκτά νέο ειδικό ποιοτικό βάρος. Συνδέεται με την εκρηκτική άνοδο της παραγωγικότητας και της επιστημονικής συγκρότησης της εργασίας. Η σύγχρονη εργασία έχει αυξημένα διανοητικά στοιχεία και ο εργάτης τείνει να μετατρέπεται από απλό συμπλήρωμα της νεκρής εργασίας σε προγραμματιστή, επόπτη και ελεγκτή των μηχανών και της ποιότητας των προϊόντων που παράγονται. Αυτή η τάση δεν αφορά μόνο το υψηλής ειδίκευσης εργατικό δυναμικό της αυτοματοποιημένης παραγωγής. Διαπερνά, με ποικίλους τρόπους και πολλαπλές αντιθέσεις, το σύνολο της εργατικής τάξης και κάθε ξεχωριστό τμήμα της.

Η αντίληψη μας για την πρωτοπορία της εργατικής τάξης και την ανάγκη της εργατικής ηγεμονίας, δεν στηρίζεται όμως μόνο σε ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία ‘’αποτελεσματικότητας’’ στον κοινωνικό αγώνα.
Εκτός από το στενά νοούμενο ‘’συμφέρον’’, ο κόσμος της εργασίας είναι φορέας απελευθερωτικών αξιών για όλη την κοινωνία που είναι ικανές να κατανικήσουν τον εγωισμό, την ιδιοτέλεια και τον ανταγωνισμό που καλλιεργεί ο αστικός κόσμος. Πλατιά στρώματα μικρομεσαίων καταστρέφονται σήμερα και είναι επείγουσα μια ευρύτερη κοινωνική συμμαχία. Πάντα ωστόσο θα έχει μια ποιοτική διαφορά αυτός που έχει μάθει να ζει μόνο από τη δική του δουλειά, με τα χέρια ή το μυαλό και όχι από τη δουλειά άλλων. Η εργατική τάξη θα είναι απελευθερωτική για όλα τα καταπιεζόμενα στρώματα, μόνο όταν υπερασπίσει και ‘’επιβάλει’’ αυτά τα ποιοτικά στοιχεία της κατάργησης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Αντίθετα, ο συμψηφισμός και η εξαφάνιση της απελευθέρωσης της εργασίας από την ατομική ιδιοκτησία, στο όνομα ενός γενικού ‘’λαϊκού’’ ή/και ‘’εθνικού’’ αγώνα, οδηγούν στην ακύρωση του αντικαπιταλιστικού αγώνα και μαζί στην ήττα και των ευρύτερων λαϊκών, δημοκρατικών και εθνικών αιτημάτων. Η υπεράσπιση της ταξικής οπτικής και ειδικότερα του κριτηρίου της σχέσης με την παραγωγή για τον καθορισμό των ‘’ορίων’’ και του ρόλου των κοινωνικών τάξεων, είναι σταθερό σημείο αναφοράς μας, σε αντιπαράθεση με τις αστικές και μικροαστικές θεωρίες.

Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι η ταυτότητα της εργατικής τάξης, καθορίζεται αυτόματα και μοναδικά μόνο από αυτή τη σχέση. Σε αντίθεση με την αντίληψη που αντιμετωπίζει την εργατική τάξη ως ενιαία μεταφυσική ολότητα, στο εσωτερικό της συνυπάρχουν και συγκρούονται η τάση υποταγής με την τάση χειραφέτησης. Η εργατική τάξη, ταλαντεύεται καθημερινά ανάμεσα στο γονάτισμα και την αντίσταση. Ανάμεσα στη βελτίωση της ζωής της, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης της επιχείρησής «της», του δικού «της κράτους» ή ως αποτέλεσμα της συλλογικής αντίθεσης και της συνολικής ρήξης απέναντί τους.

Η ορθόδοξη επαναστατική σοσιαλδημοκρατία του 19ου αιώνα και της αυγής του 20ου δεν απείχε πολύ από μια προσέγγιση πολιτικού και κοινωνικού αυτοματισμού για το ρόλο της εργατικής τάξης και την επανάσταση ως ώριμο και νομοτελειακό φρούτο της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Το ‘’σάπισμα’’ της και η ενσωμάτωση της στο σύστημα, δεν ήταν άσχετα με την άρνηση της αναζήτησης της επαναστατικής πολιτικής.

Το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη της τάσης χειραφέτησης. Η ενοποίηση των πρωτοπόρων τμημάτων της τάξης πάνω σε ένα συνειδητό πολιτικό πρόγραμμα αντικαπιταλιστικής επανάστασης αλλά και κομμουνιστικής τομής. Ένας σύγχρονος κομμουνιστικός φορέας πρέπει να απαντα σε αυτή την ανάγκη.

Ιδιαίτερη σημασία έχουν πλευρές οι οποίες σχετίζονται με την πολιτισμική ιστορική συγκρότηση της εργατικής τάξης και επιδρούν στην πολιτική συμπεριφορά της και στην διαμόρφωση των ‘’ταυτοτήτων’’ της. Στην Ελλάδα βασικό ζήτημα σε αυτό το πλαίσιο είναι η καλλιεργούμενη αντιπαράθεση Ελλήνων-μεταναστών και οι συναφείς με αυτήν ρατσιστικές, νεοφασιστικές αντιλήψεις.

Πρέπει επίσης να δούμε τους εθνικο-πολιτισμικούς ή θρησκευτικούς ανταγωνισμούς, αλλά και τις σχέσεις μεταξύ των φύλων. Ας μην ξεχάσουμε τα εθνικιστικά συλλαλητήρια στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης Ελλάδας-ΠΓΔΜ. Ούτε τη «μάχη των ταυτοτήτων», αλλά και τα γεγονότα με αφορμή την μπούργκα ή τα σκίτσα του Μωάμεθ στην Ευρώπη και τον αραβικό κόσμο. Ακόμη και τον σκοτωμό στα γήπεδα σε συγκρούσεις μεταξύ οπαδών διαφορετικών ομάδων.

Η απελευθερωτική κομμουνιστική πολιτική και ειδικότερα η συνειδητή προσπάθεια συγκρότησης του κοινωνικού και πολιτικού υποκειμένου της αντικαπιταλιστικής ανατροπής και επανάστασης, προϋποθέτει τόσο την ταξική όραση όσο και την άρνηση του στενού οικονομισμού-εργατισμού.

Ζητούμενο είναι η παρέμβαση σε όλες τις πλευρές που συγκροτούν την ταυτότητα και την κουλτούρα της σύγχρονης εργατικής τάξης. Απαιτούνται αναλυτικές προσεγγίσεις, ιδεολογικές διαμάχες, θετικά προτάγματα και αιτήματα, αγώνες, σε όλες αυτές τις σφαίρες. Από την δημοκρατία και την οικολογία, έως την αλληλεγγύη στους μετανάστες και την αντιιμπεριαλιστική πάλη και την εθνική αυτοδιάθεση. Από την πάλη ενάντια στο θρησκευτικό φανατισμό, έως τις φυλετικές διακρίσεις ή την καταπίεση των γυναικών. Διαφορετικά, οι ιδιαίτερες αυτές ταυτότητες, στρέφονται ενάντια στην εργατική τάξη και τους αγώνες της για κοινωνική χειραφέτηση και απελευθέρωση από κάθε μορφής καταπίεση.

Παναγιώτης Μαυροειδής

(Συντομευμένη μορφή δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ 12/2/12)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου