Αρχίζουν και συγκροτούνται ρεύματα, τάσεις και αναζητήσεις μέσα στη «βαθιά» εργατική τάξη που προσεγγίζουν το σχέδιο της συνολικής ανατροπής, του επαναστατικού μετασχηματισμού της «εν σήψη» καπιταλιστικής κοινωνίας, της στρατηγικής ενός κοινωνικού μοντέλου κατάργησης των ιδιοκτητών (και σφετεριστών) του πλούτου, της εργατικής δημοκρατίας στην πορεία προς την κομμουνιστική χειραφέτηση.
Εδώ ακριβώς απαιτείται η πιο τολμηρή παρέμβαση, γιατί εδώ υπάρχει και η πιο μεγάλη υστέρηση. Εδώ ακριβώς είναι που «στρίβουν το βλέμμα» οι δυνάμεις της κυρίαρχης Αριστεράς, είτε με τακτικίστικα σχέδια ενότητας (και κοινοβουλευτικής κυρίως αξιοποίησης) σε αυτό που τώρα μπορούμε να κάνουμε, είτε με αμυντική θωράκιση ενός κλειστού και περιφρουρημένου κόμματος. Τι καταστροφικές διαγνώσεις αλήθεια...
Τα ερωτήματα βέβαια που πρέπει να απαντήσουμε δεν είναι συνηθισμένα, ούτε λύνονται με αντιγραφή αντίστοιχων απαντήσεων του παρελθόντος ή με ένα θεωρητικό σχολαστικισμό μιας πολιτικά ορθής απάντησης για τον σύγχρονο κομμουνιστικό φορέα.
Απαιτούν όμως μια τολμηρή προσέγγιση και απάντηση (μέσα από τη συλλογική συζήτηση) και τις εμπειρίες τώρα! Αύριο θα είναι πολύ αργά! Για να μπορέσει το ΝΑΡ (και ευρύτερα η αντικαπιταλιστική – κομμουνιστική Αριστερά) να ανταποκριθεί σε αυτό το πολιτικό και οργανωτικό κάλεσμα πρέπει να αλλάξει(-ουν) τον εαυτό του. Αλλιώς θα παραμείνουμε σε σωστές διαπιστώσεις και προσεγγίσεις με μικρή όμως συνεισφορά στην πρακτική υλοποίηση αυτών που αποφασίζουμε.
Ποια σημεία κατά τη γνώμη μου πρέπει κυρίως να δούμε;
Πρώτο, σύγχρονος κομμουνιστικός φορέας και συνολική τομή στο επαναστατικό υποκείμενο δεν θα μπορέσει να σταθεί όσο η υπόθεση της κομμουνιστικής χειραφέτησης και η στρατηγική της δεν επιδρούν και γονιμοποιούν τα άμεσα προγράμματα και τα μέτωπα ανατροπής της σημερινής επίθεσης. Το αίτημα πχ για κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής θα μένει διακήρυξη στα χαρτιά όσο δεν χρωματίζει και «επηρεάζει» το αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης (αρκεί μόνο το εθνικοποίηση των τραπεζών); Ο σπουδαίος πολιτικός στόχος της εξόδου από το ευρώ και την ΕΕ, δεν θα πείθει ή θα συνθλίβεται στις διάφορες αυταπάτες για αυτοδύναμη ανάπτυξη, λύση μετά τη λαϊκή εξουσία, Ευρώπη των λαών, όσο δεν δένεται με τη διεθνική εργατική απάντηση απέναντι στην καπιταλιστική κρίση, την οικονομική διακυβέρνηση-ολοκλήρωση, δημοσιονομική σφαγή και ενοποίηση-κινεζοποίηση προς τα κάτω.
Για μια αναδιοργάνωση των κοινωνικών σχέσεων σε σοσιαλιστική-κομμουνιστική βάση και μια νέα συνεργασία και «ενοποίηση» των λαών και των εθνικών σχηματισμών στη βάση της ρήξης με το νόμο της αξίας. Εξάλλου η πραγματική και πλήρης ενοποίηση των λαών θα γίνει μόνο με το «από τον καθένα ανάλογα με την εργασία του στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του». Το αίτημα για εργατικό έλεγχο μπορεί να εξαντλείται στη συμμετοχή στα συμβούλια διοίκησης του νέου τροϊκανικού - επιχειρηματικού δημόσιου (πάντα το σύστημα θα θέλει μια ορισμένη μορφή εργατικής συνυπευθυνότητας) αν δεν οδηγεί σε ρήξη με το σύστημα διεύθυνσης, ιεραρχίας και λειτουργίας της κρατικής διοίκησης από μαζικά όργανα επιβολής της λαϊκής θέλησης, τοπικά και κεντρικά. Η διαγραφή του χρέους θα αιωρείται και θα χάνει τη δυναμική του όσο δεν συναρθρώνεται με τη συνολική ρήξη με το σύστημα της καπιταλιστικής οικονομίας, της ειδικής σχέσης παραγωγικού – πιστωτικού – εμπορικού κεφαλαίου, της συνένωσης άμεσου – έμμεσου μισθού στη λεηλασία της υπεραξίας. Και το πρόταγμα για δημοκρατία θα εκφυλίζεται στις αυταπάτες για ζώνες «αδιαμεσολάβητης» άμεσης δημοκρατίας (όπως και κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής) εντός της καπιταλιστικής οικονομίας και της αστικής τυρρανίας, χωρίς τσάκισμα του εθνικού και υπερεθνικού κράτους, χωρίς δηλ. την εργατική δημοκρατία ως προϋπόθεση για την αλλαγή των οικονομικών – παραγωγικών σχέσεων.
Για μια αναδιοργάνωση των κοινωνικών σχέσεων σε σοσιαλιστική-κομμουνιστική βάση και μια νέα συνεργασία και «ενοποίηση» των λαών και των εθνικών σχηματισμών στη βάση της ρήξης με το νόμο της αξίας. Εξάλλου η πραγματική και πλήρης ενοποίηση των λαών θα γίνει μόνο με το «από τον καθένα ανάλογα με την εργασία του στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του». Το αίτημα για εργατικό έλεγχο μπορεί να εξαντλείται στη συμμετοχή στα συμβούλια διοίκησης του νέου τροϊκανικού - επιχειρηματικού δημόσιου (πάντα το σύστημα θα θέλει μια ορισμένη μορφή εργατικής συνυπευθυνότητας) αν δεν οδηγεί σε ρήξη με το σύστημα διεύθυνσης, ιεραρχίας και λειτουργίας της κρατικής διοίκησης από μαζικά όργανα επιβολής της λαϊκής θέλησης, τοπικά και κεντρικά. Η διαγραφή του χρέους θα αιωρείται και θα χάνει τη δυναμική του όσο δεν συναρθρώνεται με τη συνολική ρήξη με το σύστημα της καπιταλιστικής οικονομίας, της ειδικής σχέσης παραγωγικού – πιστωτικού – εμπορικού κεφαλαίου, της συνένωσης άμεσου – έμμεσου μισθού στη λεηλασία της υπεραξίας. Και το πρόταγμα για δημοκρατία θα εκφυλίζεται στις αυταπάτες για ζώνες «αδιαμεσολάβητης» άμεσης δημοκρατίας (όπως και κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής) εντός της καπιταλιστικής οικονομίας και της αστικής τυρρανίας, χωρίς τσάκισμα του εθνικού και υπερεθνικού κράτους, χωρίς δηλ. την εργατική δημοκρατία ως προϋπόθεση για την αλλαγή των οικονομικών – παραγωγικών σχέσεων.
Δεύτερο, σύγχρονος κομμουνιστικός φορέας και συνολική τομή στο επαναστατικό υποκείμενο δεν θα μπορέσει να σταθεί όσο σε τμήματα των δυνάμεών μας και της ευρύτερης αντικαπιταλιστικής αριστεράς κυριαρχεί ο συνδικαλιστικός («οικονομικός») τρόπος δουλειάς και πολιτικοποίησης. Δεν νικάμε έτσι σήμερα. Πολύ περισσότερο που χρειάζεται ένα νέο εργατικό κίνημα και μια καθολική ταξική ανασυγκρότηση. Πρέπει να ξαναπάμε στους εργάτες, αλλά πως; Με τα ίδια συνδικάτα; Με τα ίδια σχήματα; Με ατολμία καλέσματός τους σε συνολικό πολιτικό αγώνα; Με φόβο απέναντι στη διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών στους χώρους δουλειάς; Με υποτίμηση απέναντι στον εργάτη γιατί κατά βάθος πιστεύουμε ότι είναι μόνο για συνέλευση, συνδικαλιστική διεκδίκηση, απεργία και όχι για συνολική πολιτική δράση; Θα είμαστε η συναγωνιστική «αντιπολίτευση» στην τάση υποταγής - διαπραγμάτευσης των όρων μείωσης ή συγκράτησης των μισθών, από τη σκοπιά της διεκδίκησης των σύγχρονων αναγκών μας απέναντι στην επίθεση, το κράτος και την εργοδοσία; Θα μιλάμε για το σύνολο του κινήματος; Θα συγκροτούμε αυτοτελή πολιτική επιρροή – κίνηση των πρωτοπόρων εργατών, οργάνωση, παρέμβαση, εκδηλώσεις, στρατεύσεις ή θα «χανόμαστε», διαχεόμαστε σε χιλιάδες καθήκοντα χωρίς να εκπροσωπούμε το μέλλον του κινήματος; Δεν λέω ότι πρέπει να φύγουμε από τη μαζική συνδικαλιστική δράση για να «ξανάρθουμε απέξω και με άλλα μέσα» στην εργατική τάξη. Αλλά για το πώς η σημερινή αυθόρμητη, αντιφατική, συνδικαλιστική ή εξωεργασιακή κίνηση ευρύτερου κόσμου θα προσπαθούμε να συγκροτείται σε αντικαπιταλιστική πτέρυγα, μέτωπο ανατροπής, κομμουνιστικό φορέα. Οι παλιοί επαναστάτες έλεγαν ότι όσο μεγαλύτερο μέρος της τάξης κινείται στο αυθόρμητο, τόσο ανεβαίνει ο ρόλος και η ευθύνη των πιο συνολικών συνειδητών απαντήσεων. Αλλιώς ή θα φοβόμαστε και θα απομονωνόμαστε ή θα περιγελούμε ή θα υποκλινόμαστε στην αυθόρμητη δράση των μαζών.
Τρίτο, σύγχρονος κομμουνιστικός φορέας και συνολική τομή στο επαναστατικό υποκείμενο δεν θα μπορέσει να σταθεί όσο στο ευρύτερο αντικαπιταλιστικό μέτωπο ή την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι δυνάμεις της κομμουνιστικής προοπτικής δεν αποκτήσουν έναν αποφασιστικό ρόλο, που θα δυναμώνει το αντικαπιταλιστικό μέτωπο και δεν θα το υποβαθμίζει (γιατί υπάρχει και η αντίστροφη τάση οπισθοχώρησης του σε «αριστερό με αντικαπιταλιστική κατεύθυνση» ή αντιφασιστικό - κινηματικό – αντιρατσιστικό). Εννοείται ότι το αντικαπιταλιστικό εμπεριέχει και το αριστερό και το αντιφασιστικό και το αντιρατσιστικό, η αντιστροφή του είναι το πρόβλημα.
Τέταρτο, σύγχρονος κομμουνιστικός φορέας και συνολική τομή στο επαναστατικό υποκείμενο δεν θα μπορέσει να σταθεί όσο εξακολουθεί η υποτίμηση της συλλογικής οργανωμένης πάλης και ο υποβιβασμός της οργάνωσης σε συντονιστή των καθημερινών καθηκόντων της δουλειάς στο μαζικό κίνημα. Χωρίς ενότητα θεωρητικής δουλειάς και μελέτης, μαζικής δράσης και κυρίως πολιτικής συγκρότησης στη χάραξη τακτικής και στρατηγικής από το σύνολο των μελών, των ΟΒ και γενικά των αγωνιστών της κομμουνιστικής χειραφέτησης.
Σε αυτή την προσπάθεια δεν είμαστε, ούτε θέλουμε να είμαστε μόνοι μας. Πρέπει να απευθυνθούμε πλατιά σε οργανωμένες δυνάμεις και αγωνιστές. Με ένα «οδικό χάρτη» και διάλογο, αλλά και με μια διακήρυξη – προγραμματικό στρατηγικό πλαίσιο για την επαναστατική πάλη και το περιεχόμενο της μετάβασης στον κομμουνισμό. Με τολμηρή απεύθυνση για στράτευση, αλλά και - γιατί όχι - για συνένωση δυνάμεων στο προγραμματικό και οργανωτικό πλαίσιο αυτής της νέας προοπτικής. Αν το καταφέρουμε θα έχουμε κερδίσει πολλά.
ΤΙ ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ
«ΕΠΑΝΙΔΡΥΣΗ» ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ Ή ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ;
Λευτεριά από τη σύγχρονη τυραννία
Το σώμα του ΝΑΡ για το υποκείμενο της αντικαπιταλιστικής πάλης και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης της εποχής μας πραγματοποιείται σε μια περίοδο σχετικά μαζικής εισβολής των εργαζομένων και της νεολαίας στην ταξική πάλη, εντονότατων διεργασιών στη διαμόρφωση της πολιτικής συμπεριφοράς και συνείδησης των μαχόμενων πρωτοποριών και ευρύτερα της εργατικής τάξης. Και όλα δείχνουν ότι η κλιμάκωση της επίθεσης του αντίπαλου και η αντιδραστική μετάλλαξη της αστικής δημοκρατίας θα τροφοδοτήσουν ακόμα μεγαλύτερους σεισμούς και γιγάντιες, ίσως, ανατροπές στο συσχετισμό δυνάμεων που διαμορφώθηκε στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες του αναπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου μετά τον πόλεμο.
Σε αυτή την αναμέτρηση, που το ΝΑΡ την ονομάζει – και δίκαια – ιστορική, δεν αναμετρώνται σχέδια της «επόμενης μέρας». Ούτε πολύ περισσότερο κρίνονται κάποια «μοντέλα δημοσιονομικής ισορροπίας και σταθεροποίησης του χρέους» όπως επίμονα μας βομβαρδίζει η κυρίαρχη προπαγάνδα (οι τελευταίες εξελίξεις με το PSI, τα CDC και τον πακτωλό χρημάτων και ειδικών ευρωομολόγων που διάθεσε η ΕΚΤ διαψεύδουν πανηγυρικά και τους «αφελείς»(;) τμημάτων της Αριστεράς που θεωρούσαν ότι η κρίση χρέους και ρευστότητας αυτόματα θα οδηγούσε σε κατάρρευση του ελληνικού καπιταλιστικού σχηματισμού). Κρίνονται στρατηγικά σχέδια και προοπτικές, κρίνεται η «επανίδρυση» του καπιταλισμού ή η ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού σχεδίου υπέρβασης του καπιταλισμού. Με άλλα λόγια κρίνεται το κατά πόσο η εργατική τάξη και η μαχόμενη νεολαία θα συγκροτήσει το «νέο λαϊκό της στρατό» για τη λευτεριά από την καπιταλιστική τυραννία ή θα συνθλιβεί στη βαρβαρότητα του εργασιακού μεσαίωνα και των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Εξάλλου ήδη διαπιστώνουμε ότι το αυθόρμητο μαζικό ταξικό ένστικτο αντιλαμβάνεται (και πολλές φορές μας εκπλήσσει) αντιφατικά αυτό το σκληρό δίλημμα και είτε αναδιπλώνεται-υποτάσσεται στην εργοδοτική και πολιτική βία του καθεστώτος, είτε εξεγείρεται και μάχεται «για να φύγουν όλοι». Είναι αξιοσημείωτη όμως και μια ιδιαίτερη, ποιοτική εξέλιξη. Αρχίζουν και συγκροτούνται ρεύματα, τάσεις και αναζητήσεις μέσα στη «βαθιά» εργατική τάξη που προσεγγίζουν το σχέδιο της συνολικής ανατροπής, του επαναστατικού μετασχηματισμού της «εν σήψη» καπιταλιστικής κοινωνίας, της στρατηγικής ενός κοινωνικού μοντέλου κατάργησης των ιδιοκτητών (και σφετεριστών) του πλούτου, της εργατικής δημοκρατίας στην πορεία προς την κομμουνιστική χειραφέτηση. Σε αυτή την «πρωτόλεια πρωτοπορία» τα «προπατορικά» ερωτήματα επανέρχονται: Τι να κάνουμε; Από πού να (ξανα) αρχίσουμε; Πώς και με ποιό σχέδιο; Με ποιό συνδυασμό τακτικής – στρατηγικής να πορευτούμε; Πως μπορούμε να νικήσουμε και ποιος θα τα κάνει όλα αυτά;
Μιχάλης Ρίζος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου